Με τον όρο υδροκέφαλος περιγράφουμε την αύξηση της ποσότητας του εγκεφαλονωτιαίου υγρού μέσα στις κοιλίες, που είναι τέσσερεις επικοινωνούσες κοιλότητες στο εσωτερικό του εγκεφάλου.
Σε φυσιολογικές συνθήκες, το εγκεφαλονωτιαίο υγρό παράγεται καθημερινά, μέσα στις κοιλίες, ρέει αρχικά στο εσωτερικό τους, στη συνέχεια εξέρχεται από αυτές και κυκλοφορεί γύρω από τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό, οι οποίοι είναι συνεχώς εμβαπτισμένοι στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό.
Το εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ΕΝΥ) προσφέρει τρείς βασικές λειτουργίες: α) αποτελεί προστατευτικό “στρώμα υγρού” που απορροφά κραδασμούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να τραυματίσουν τον εγκέφαλο και νωτιαίο μυελό, β) δημιουργεί άνωση και διατηρεί τον εγκέφαλο ελαφρύτερο “να αιωρείται» μέσα στο υγρό, γ) λειτουργεί σαν μεταφορέας που διανέμει θρεπτικές ουσίες στον εγκέφαλο και απομακρύνει άχρηστα προιόντα του εγκεφαλικού μεταβολισμού, και δ) μετακινείται παλινδρομικά μεταξύ της κρανιακής κοιλότητας και του σπονδυλικού σωλήνα, ώστε να εξισορροπούνται οι μεταβολες της ενδοκρανίου πιέσεως που οφείλονται στο σφυγμικό κύμα των καρδιακών παλμών. Μετά την ολοκλήρωση της κυκλοφορίας του, γύρω απο τον εγκέφαλο και νωτιαίο μυελό, το Ε.Ν.Υ. εισέρχεται στον οβελιαίο κόλπο (μία μεγάλη φλέβα στο ανώτερο τμήμα του κρανίου), μέσω της οποίας εξέρχεται από την κρανιακή κοιλότητα και τελικώς διοχετεύεται στην κυκλοφορία του αίματος.
Η συγκέντρωση μεγάλης ποσότητας Ε.Ν.Υ. μέσα στον εγκέφαλο, μπορεί να οφείλεται σε: α) αύξηση της ημερήσιας παραγωγής του υγρού, β) μείωση του βαθμού απορρόφησης του, και γ) παρεμπόδιση της κανονικής ροής του υγρού μέσω των κοιλιών. Οταν συμβεί υπερπαραγωγή υγρού ή όταν η καθημερινή φυσιολογική ροή και αποχέτευση του υγρού παρεμποδισθεί για κάποιο λόγο, το ΕΝΥ θα συγκεντρωθεί σε πλεονάζουσα ποσότητα, μέσα στις κοιλίες, και θα προκαλέσει αύξηση του μεγέθους των κοιλιών και άνοδο της ενδοκρανίου πιέσεως. Η παρουσία αυξημένης ποσότητας ΕΝΥ μέσα στο κρανίο θα ασκήσει αυξημένη πίεση στον ίδιο τον εγκέφαλο, με επακόλουθο ο εγκέφαλος να αρχίσει να δυσλειτουργεί και να προκαλούνται προδευτικώς επιδεινούμενα νευρολογικά συμπτώματα. Αν η κατάσταση δεν αντιμετωπισθεί, η παρεμποδιση της ροής και ή συγκέντρωση αυξημένης ποσότητας ΕΝΥ μέσα στο κρανίο θα επιφέρει όχι μόνο προσωρινή εγκεφαλική δυσλειτουργία αλλά και μόνιμη βλάβη.
Ο υδροκέφαλος μπορεί να αναπτυχθεί σε κάθε ηλικία, είναι όμως γενικά συνηθέστερος είτε σε βρέφη ή σε ενήλικες άνω των 60 ετών. Η χειρουργική θεραπεία γίνεται συνήθως με τοποθέτηση εσωτερικής παροχέτευσης με βαλβιδικό μηχανισμό και επαναφέρει την φυσιολογική κυκλοφορία του εγκεφαλονωτιαίου υγρού και την λειτουργικότητα του εγκεφάλου.
Αιτίες, μηχανισμοί και τύποι υδροκεφάλου
Το εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ΕΝΥ) παράγεται από ιστούς που ευρίσκονται μέσα στις κοιλίες του εγκεφάλου. Το ΕΝΥ, αρχικά, κυκλοφορεί εντός του κοιλιακού συστήματος δια μέσου σωληνίσκων που συνδέουν τις κοιλίες, και στη συνέχεια ρέει στους χώρους που περιβάλλουν τον εγκέφαλο και νωτιαίο μυελό. Μετά την ολοκλήρωση της κυκλοφορίας του μέσα στο κρανίο και τον σπονδυλικό σωλήνα, εισέρχεται σε μία μεγάλη φλέβα, τον άνω οβελιαίο κόλπο, αναμειγνύεται με το αίμα, και δια αυτού εξέρχεται του κρανίου.
Η παρουσία αυξημένης πόσότητας ΕΝΥ στο σύστημα των κοιλιών του εγκεφάλου οφείλεται σε ένα από τους παρακάτω κύριους μηχανισμούς:
- Απόφραξη. Το συχνότερο αίτιο προκλησης υδροκεφάλου είναι μία μερική παρεμπόδιση της κυκλοφορίας του ΕΝΥ, από την μία κοιλία στην υποκείμενη η από τις κοιλίες προς τους χώρους που περιβάλλουν τον εγκέφαλο.
- Ανεπαρκής απορρόφηση. Το πρόβλημα αυτό σχετίζεται με διαταραχή των μηχανισμών που ευρίσκονται σε φλεβικές δομές, μέσω των οποίων, το ΕΝΥ εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος.
- Υπερπαραγωγή. Είναι ένα σπάνιο φαινόμενο, κατά το οποίο το ΕΝΥ παράγεται σε ποσότητες μεγαλύτερες από αυτές που μπορούν να απορροφηθούν.
Είναι σημαντικό να κάνουμε την διάκριση ανάμεσα στους παρακάτω τρείς (3) κύριους τύπους (είδη) υδροκεφάλου:
- τον υδροκέφαλο αυξημένης πιέσεως της βρεφικής και παιδικής ηλικίας. Μπορεί να είναι συγγενής, ο οποίος διαπιστώνεται κατά την γέννηση και οφείλεται σε γεννετικά αίτια, ανωμαλίες στην ανάπτυξη (δισχιδής ράχη, εγκεφαλοκήλη), ή πλήγματα κατά την εμβρυική περίοδο, ή επίκτητος, ο οποίος αναπτύσσεται μετά την γέννηση έως και την εφηβεία και οφείλεται σε πλήγματα (κρανιοεγκεφαλική κάκωση ή εγκεφαλική αιμορραγία), λοίμωξη (μηνιγγιτίδα), όγκο εγκεφάλου ή άλλη νόσο.
- τον υδροκέφαλο αυξημένης πιέσεως των ενηλίκων. Αποκαλείται αποφρακτικός διότι προκαλείται όταν η φυσιολογική ροή του Ε.Ν.Υ., δια μέσου των κοιλιών, παρεμποδίζεται – λόγω κάποιου κωλύμματος (π.χ. όγκος) - ή μετά από μία μείζονα νευροχειρουργική επέμβαση - και προκαλείται αύξηση της πίεσης του ΕΝΥ, και διάταση των κοιλιών που προηγούνται του κωλύμματος.
- τον υδροκέφαλο φυσιολογικής πιέσεως των ηλικιωμένων (τρίτης ηλικίας). Σε αυτό τον τύπο υδροκεφάλου, που διαγιγνώσκεται συνηθέστερα σε άτομα άνω των 65 ετών, αναπτύσσεται διόγκωση των κοιλιών, πιθανόν λόγω δυσχέρειας στην έξοδο του υγρού από το κρανίο διά του οβελιαίου κόλπου, και η μέτρηση της πίεσης μπορεί συχνά να είναι φυσιολογική. Παρά ταύτα, η κατάσταση αυτή είναι βλαπτική για τον εγκέφαλο.
Μια συναφής κατηγορία υδροκεφάλου – η οποία συχνά δημιουργεί διαγνωστικό πρόβλημα – είναι ο υδροκέφαλος ex-vacuo ο οποίος προσβάλλει κυρίως ενήλικες στο πλαίσιο εκφυλιστικών νόσων (π.χ. Alzheimer). Μπορεί να συμβεί μετά από κρανιοεγκεφαλική κάκωση, αιμορραγία, μηνιγγίτιδα, ανοξαιμικό πλήγμα, κ.α., δηλ. πλήγματα τα οποία επιφέρουν σταδιακή συρρίκνωση του εγκεφαλικού παρεγχύματος και – λόγω αυτής – διάταση των κοιλιών και υπαραχνοειδών χώρων και αύξηση της ποσότητας του Ε.Ν.Υ. μέσα στην κρανιακή κοιλότητα.
Τέλος, μία ιδιαίτερη κατηγορία είναι ο επικοινωνών υδροκέφαλος ο οποίος αποδίδεται είτε σε μειωμένη απορρόφηση ή σε υπερπαραγωγή Ε.Ν.Υ..
Αντιμετώπιση του ασθενούς με υδροκέφαλο στο Τμήμα
Η διαγνωστική και θεραπευτική προσέγγιση μας αποδίδει μεγάλη σημασία στον ενδελεχή έλεγχο του ασθενούς προκειμένου να αποφευχθεί οποιοδήποτε διαγνωστικό λάθος. Η σωστή διάγνωση και αξιολόγηση της βαρύτητας του προβλήματος είναι πολύ σημαντική. Σε πολλές περιπτώσεις, η διάγνωση και καλύτερη αντιμετώπιση του υδροκεφάλου είναι προφανής. Σε άλλες περιπτώσεις όμως, η ερμηνεία των συμπτωμάτων και η επιλογή της κατάλληλης αντιμετώπισης δεν είναι τόσο σαφής και εύκολη. Η πλέον προβληματικη κατηγορία υδροκεφάλου είναι ο υδροκέφαλος φυσιολογικής πιέσεως των ηλικιωμένων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, πολλές φορές ο υδροκέφαλος είναι μέρος μιας γενικότερης εκφυλιστικής διαδικασίας, που μπορεί να περιλαμβάνει άνοια, νόσο του Παρκινσον, ισχαιμική μικροαγγειοπάθεια, κ.α. και πρέπει να γίνεται ενδελεχής έλεγχος, ώστε ο ασθενής να μην υποβληθεί σε μία περιττή επέμβαση τοποθέτησης βαλβίδος υδροκεφάλου.
Συμπτώματα Υδροκεφάλου
Τα συμπτώματα του υδροκεφάλου εξαρτώνται από την ηλικία του ασθενούς, τον τύπο και τον μηχανισμό πρόκλησης του υδροκεφάλου. Σε γενικές γραμμές τα παιδιά και οι νέοι μπορεί να έχουν συμπτώματα αυξημένης ενδοκρανιακής πιέσεως όπως κεφαλαλγία, εμέτους και λήθαργο ενώ τα άτομα τρίτης ηλικίας μπορεί να παρουσιασουν δυσκολία στη μνήμη και δυσχέρεια βαδίσεως. Δεδομένου ότι, εάν δεν αντιμετωπισθεί ο υδροκέφαλος, μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλική βλαβη, είναι σημαντικό να γίνει έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων και διάγνωση της παθήσεως.
Τα κύρια συμπτώματα και σημεία του υδροκεφάλου σε κάθε ηλικιακή ομάδα περιγράφονται παρακάτω.
Βρέφη. Μεταβολές της κεφαλής (ταχεία αύξηση του μεγέθους του κρανίου, προεξέχουσα και διατεταμένη μετωπιαία κρανιακή πηγή), έμετοι, νευρικότητα, λήθαργος, κάτω στροφή του βλέμματος, ανεπαρκής λήψη τροφής, μειωμένη μυική δύναμη, χαλαρός μυικός τόνος, περιορισμένη ανταπόκριση στην ομιλία, επιληπτικές κρίσεις, κ.α..
Νήπια και μικρά παιδιά. Αύξηση μεγέθους κεφαλής, κεφαλαλγία, ναυτία, έμετοι, θόλωση οράσεως, διπλωπία, καθυστέρηση ανάπτυξης, αλλαγές προσωπικότητας, μυικοί σπασμοί, δυσκολία στη λήψη φαγητού, ευερεθιστότητα, λήθαργος, απώλεια ισορροπίας και ελέγχου κινήσεων, απώλεια ελέγχου ούρησης, επιληπτικές κρίσεις, προβλήματα συγκέντρωσης, αλλαγή προσωπικότητας, μειωμένη απόδοση στο σχολείο, κάτω στροφή του βλέμματος, ανεπαρκής λήψη τροφής, κραυγές, απώλεια αποκτηθέντων δεξιοτήτων βάδισης και ομιλίας.
Μεγαλύτερα παιδιά, έφηβοι και νέοι ενήλικες. Ναυτία και έμετοι, θόλωση οράσεως, διπλωπία, οίδημα οπτικής θηλής, δυσχέρεια στην όρθια στάση και βάδιση, λήθαργος, αλλαγή προσωπικότητας, μείωση μνήμης και συγκέντρωσης, ακράτεια, επιληπτικές κρίσεις, κεφαλαλγία.
Ωριμοι ενήλικες (άνω των 60 ετών). Δυσχέρεια βαδίσεως, βάδιση με μικρά συρτά βήματα, δυσκολία στον έλεγχο της ούρησης, απώλεια μνήμης, γνωσιακές δυσκολίες, δυσκολία στην όρθια στάση, καρηβαρία.
Διαγνωση
Η κλινική εξέταση διαφοροποιείται ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς.
Στα παιδιά, η διάγνωση βασίζεται σε εξέταση των οφθαλμών, για να διαπιστωθεί εάν υπάρχει κάτω στροφή του βλέμματος, διπλωπία, οίδημα οπτικής θηλής και εάν η διάμετρος της κεφαλής είναι μεγαλύτερη από το αναμενόμενο για την ηλικία. Στους ενήλικες, ή εξέταση περιλαμβάνει έλεγχο μυικής ισχύος, αντανακλαστικών, αισθητικότητας, όρασης, ακοής, βάδισης και ισορροπίας.
Ο εργαστηριακός έλεγχος στα παιδιά μπορεί να γίνει με υπέρηχο που τοποθετείται πάνω απο την προβάλλουσα πηγή.
Προκειμένου να έχουμε μία ολοκληρωμένη εικόνα επιβάλλεται να γίνει έλεγχος με μαγνητική τομογραφία ή αν αυτή δεν είναι άμεσα διαθέσιμη με αξονική τομογραφία εγκεφάλου (Εικόνα 1). Αυτές θα δείξουν την διάταση του κοιλιακού συστήματος και αν υπάρχει άλλη υποκείμενη αιτία.
Εικόνα 1. Εικόνες αξονικής τομογραφίας εγκεφάλου από δύο διαφορετικούς ασθενεις. Διαπιστώνεται στον ασθενή αριστερά, φυσιολογικό μέγεθος των δύο πλαγίων κοιλιών και της τρίτης κοιλίας του εγκεφάλου (1α) και στον ασθενή δεξιά, διαπιστώνεται υδροκέφαλος με πολύ μεγάλη διάταση των δύο πλαγίων κοιλιών και της τρίτης κοιλίας του εγκεφάλου (1β). Διευκρινίζεται ότι σε αυτές τις αξονικές τομογραφίες, το εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ΕΝΥ) και οι κοιλίες απεικονίζονται με μαύρο χρώμα, σε σχέση με το εγκεφαλικό παρέγχυμα που απεικονίζεται με γκρίζο χρώμα.
Οσφυονωτιαία παρακέντηση παροχέτευσης μεγάλου όγκου ΕΝΥ. Η οσφυονωτιαία παρακέντηση για παροχέτευση μεγάλου όγκου πραγματοποείται με πρόθεση να αφαιρέσουμε 30 - 40 κυβικών εκατοστών ΕΝΥ και έτσι να ελέξουμε την ανταπόκριση του ασθενούς εκείνου, για τον οποίο έχει τεθεί η υπόνοια ότι ενδέχεται να πάσχει απο υδροκέφαλο φυσιολογικής πιέσεως. Εαν υπάρξει αξιοσημείωτη βελτίωση της βάδισης, αυτό θα αποτελεί ισχυρή επιβεβαίωση της διάγνωσης και αξιόπιστο κριτήριο ότι ο ασθενής θα οφεληθεί από την τοποθέτηση βαλβίδος υδροκεφάλου.
Τριήμερη παροχέτευση ΕΝΥ. Υπάρχουν περιπτώσεις ασθενών στους οποίους μια μεμονωμένη παροχέτευση μεγάλου όγκου μπορεί να μην επιφέρει σαφή κλινική βελτίωση. Σε αυτούς τους ασθενείς είναι προτιμότερο να γίνει μία παρατεταμένη παροχέτευση, μετά από τοποθέτηση καθετήρα, για 3 ημέρες και σταδιακή αφαίρεση μία ποσότητας 300 - 400 ml ΕΝΥ, κατά την διάρκεια νοσηλείας στο νοσοκομείο. Η τριήμερη παροχέτευση είναι πιο ευαίσθητη και αξιόπιστη εξέταση.
Παρακολούθηση ενδοκρανίου πιέσεως. Αυτή είναι επεμβατική μέθοδος και ενδείκνυται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις η κλινική εξέταση, ο απεικονιστικός έλεγχος και οι νευροψυχολογικές δοκιμασίες είναι επαρκείς για να τεθεί με ασφάλεια η διάγνωση.
Ισοτοπική δεξαμενογραφία. Η μέθοδος περιλαμβάνει την χορήγηση ενός ραδιενεργού ισοτόπου στο ΕΝΥ. Η έκκριση και κατανομή του ισοτόπου παρακολουθείται. Εάν δεν γίνει ορατό το ισότοπο, πάνω από το φλοιό του εγκεφάλου, τίθεται η υπόνοια δυσλειτουργίας των πακχιονείων σωμάτων και υδροκεφάλου φυσιολογικής πιέσεως.
Επιπλοκές του μη αντιμετωπισθέντος υδροκεφάλου
Οι μακροπρόθεσμες επιπλοκές του υδροκεφάλου ποικίλουν και είναι δύσκολο συχνά να προβλεφθούν. Στα παιδιά, εάν η διάγνωση και αντιμετώπιση καθυστερήσει, αυτά μπορεί να αναπτύξουν σοβαρά νοητικά προβλήματα και νευρολογική αναπηρία. Στους ηλικιωμένους, η καθυστερημένη διάγνωση και αντιμετώπιση θα προκαλέσει έντονη διαταραχή της μνήμης και θα κάνει δύσκολη την βελτίωση μετά την τοποθέτηση της βαλβίδος.
Χειρουργική θεραπεία
Η προτιμότερη αντιμετώπιση του υδροκεφάλου είναι η άμεση χειρουργική αφαίρεση του αιτίου που τον προκαλεί. Εάν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε ο υδροκέφαλος αντιμετωπίζεται με την δημιουργία μιας παρακαμπτήριας οδού που κάνει εφικτή την ελεγχόμενη έξοδο και συνεχή ροή του ΕΝΥ έξω απο τις κοιλίες και την κρανιακή κοιλότητα προς άλλη σωματική κοιλότητα.
Οι κύριες μέθοδοι χειρουργικής αντιμετώπισης του υδροκεφάλου είναι δύο: α) τοποθέτηση βαλβιδικής παροχέτευσης, και β) ενδοσκοπική 3η κοιλιοστομία.
α). Τοποθέτηση βαλβιδικής παροχέτευσης
Είναι ο περισσότερο διαδεδομένος τρόπος αντιμετώπισης του υδροκεφάλου και περιλαμβάνει την χειρουργική τοποθέτηση ενός επιμήκους ευλύγιστου καθετήρα (σωληνίσκου) – κάτω από το δέρμα - που επιτρέπει την ροή ΕΝΥ από την μία κοιλία του εγκεφάλου προς την περιτοναική κοιλότητα. Το “κεντρικό τμήμα” του καθετήρα είναι βραχύ και εισάγεται στην πλάγια κοιλία του εγκεφάλου, μέσω μικρής οπής στο πίσω μέρος του κρανίου. Το άλλο άκρο του κεντρικού τμήματος του καθετήρα συνδέεται έξω από το κρανίο (αλλά κάτω από το δέρμα) με την βαλβίδα. Το “περιφερικό τμήμα” του καθετήρα είναι μεγάλου μήκους και συνδέεται στο ένα άκρο με την βαλβίδα και το άλλο άκρο του προωθείται – δια μέσου το λιπώδους υποδόριου ιστού -, από το ύψος του κρανίου μέχρι λίγο κάτω από το πλευρικό τόξο. Στη συνέχεια, μέσω μία μικρής κοιλιακής τομής, το τελικό άκρο του περιφερικού τμήματος του καθετήρα εισάγεται στην περιτοναική κοιλότητα. Με αυτή την διάταξη, ο βαλβιδικός μηχανισμός συνδέεται με τον καθετήρα στο ύψος του κρανίου. Η βαλβίδα επιτρέπει στο ΕΝΥ να ρέει σε επακριβώς καθοριζόμενη ροή προς μία μόνο κατεύθυνση, από τον εγκέφαλο προς περιφερικότερα μέρη του σώματος, δηλ. να απάγεται από τον εγκέφαλο. Ολη αυτή η διάταξη, δηλ. βαλβίδα και καθετήρες, τοποθετείται κάτω από το δέρμα στον υποδόριο χώρο και δεν είναι ορατή, ούτε περιορίζει τις δραστηριότητες του ασθενή.
Η βαλβιδική παροχέτευση επιτελεί διαρκώς την λειτουργία της σταθερής ελεγχόμενης παροχέτευσης ΕΝΥ, έξω από τον εγκέφαλο και το κρανίο, διατηρώντας έτσι την ενδοκράνιο πίεση μέσα σε φυσιολογικά επίπεδα. Από την στιγμή που έχει τοποθετηθεί, ο βαλβιδικός μηχανισμός, συνήθως παραμένει λειτουργικός και χρήσιμος καθόλη την διάρκεια της ζωής του ασθενούς.
β) Ενδοσκοπική τρίτη κοιλιοστομία
Ενας περιορισμένος αριθμός ασθενών μπορεί να αντιμετωπισθεί με μία εναλλακτική επέμβαση που ονομάζεται ενδοσκοπική τρίτη κοιλιοστομία.
Ο χειρουργός με χρήση ενδοσκοπίου, αποκτά πρόσβαση στο εσωτερικό του εγκεφάλου και των κοιλιών και δημιουργεί ένα μικρό άνοιγμα στο έδαφος της τρίτης κοιλίας, το οποίο επιτρέπει στο ΕΝΥ να εξέρχεται των κοιλιών μέσω μίας εναλλακτικής οδού. Αυτή η επέμβαση μπορεί να είναι αποτελεσματική σε ένα ειδικό περιορισμένο αριθμό ασθενών, κυρίως σε μικρά παιδιά. Οι επιπλοκές της κοιλιοστομίας περιλαμβάνουν τον κίνδυνο εγκεφαλικής αιμορραγίας ή λοιμώξεως.
Εικόνα 2. Αξονική τομογραφία εγκεφάλου σε 65χρονο άνδρα με προοδευτική αστάθεια βαδίσεως και επιδείνωση νοητικών λειτουργιών επι 12 μήνες. Στην προεγχειρητική εικόνα (2α) παρατηρείται μεγάλη διάταση του κοιλιακού συστήματος χωρίς περικοιλιακή διαφάνεια. Μετά την τοποθέτηση βαλβίδος κοιλιο-περιτοναικής παροχέτευσης, ο ασθενής παρουσίασε υπερ-παροχέτευση, που επέφερε συρρίκνωση του εγκεφαλικού παρεγχύματος και ανάπτυξη υποσκληριδίων υγρωμάτων (2β). Η επιπλοκή αυτή αντιμετωπίσθηκε επιτυχώς με ρύθμιση της βαλβίδας και μείωση του βαθμού παροχέτευσης, με αποτέλεσμα πλήρη υποχώρηση των υποσκληρίδιων συλλογών.
Δυσλειτουργία βαλβίδος
Κάθε χειρουργική επέμβαση συνδέεται με ένα κίνδυνο επιπλοκών. Ιδιαίτερα, όταν η επέμβαση περιλαμβάνει την τοποθέτηση κάποιου λειτουργικού εμφυτεύματος, όπως μία βαλβίδα υδροκεφάλου, υπάρχει ένα – ευτυχώς μικρό – ποσοστό κινδύνου, ότι δηλ. το βαλβιδικό σύστημα μπορεί να σταματήσει να λειτουργεί ή να αρχίσει να παροχετεύει πλημμελώς λόγω μηχανικής δυσλειτουργίας της βαλβίδας, θραύσης του καθετήρα ή απόφραξης.
Τα συμπτώματα μπορεί να ομοιάζουν με υποτροπή του υδροκεφάλου και να περιλαμβάνουν δυσχέρεια βαδίσεως, ακράτεια, υπνηλία, ευερεθιστότητα, ναυτία, εμέτους, κεφαλαλγία, μείωση όρασης, διπλωπία, αλλαγή προσωπικότητας, απώλεια συντονισμού κινήσεων, γνωσιακές δυσκολίες και κοιλιακό πόνο.
Ιδιαίτερη εγρήγορση πρέπει να υπάρχει για τον κίνδυνο συστηματικής λοίμωξης και αποικισμού της βαλβίδας με μικρόβια. Εάν συμβεί το τελευταίο, μπορεί να διαπιστώσουμε ερυθρότητα, οίδημα, πόνο και ευαισθησία του δέρματος, στην πορεία τοποθέτησης της βαλβίδας και του καθετήρα, στην κεφαλή ή την κοιλία.
Κάθε υπόνοια δυσλειτουργίας και ιδιαίτερα μόλυνσης του βαλβιδικού μηχανισμού απαιτεί υψηλο επίπεδο ετοιμότητας διότι ενδέχεται να χρειασθεί να δοθεί αντιβιωτική θεραπεία και να γίνει επανεπέμβαση και αντικατάσταση της βαλβίδας ή του καθετήρα.
Μια ιδιαίτερη σχετικά ασυνήθης επιπλοκή μπορεί να προκύψει όταν ο βαλβιδικός μηχανισμός υπερπαροχετεύει. Αυτό θα έχει ως συνέπεια ένα βαθμό συρίκνωσης του εγκεφαλικου παρεγχύματος και ανάπτυξη συλλογών υγρού (υγρώματα) γύρω από τον εγκέφαλο (Εικόνα 2). Ευτυχώς, αυτή η επιπλοκή, όπως και οι περισσότερες επιπλοκές των βαλβίδων μπορούν να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά.
Μετεγχειρητική φροντίδα και Πρόγνωση
Ο υδροκέφαλος είναι μία διαρκής κατάσταση και απαιτεί μακροπρόθεσμη κλινική παρακολούθηση καθώς και εργαστηριακό έλεγχο που μπορεί να περιλαμβάνει αξονική ή μαγνητική τομογραφία και απλές ακτινογραφίες.
Η πρόγνωση του υδροκεφάλου εξαρτάται από την αιτία, την βαρύτητα των συμπτωμάτων, και την έγκαιρη παρέμβαση. Η βελτίωση του ασθενούς μπορεί να περιορισθεί από την έκταση και την διάρκεια των βλαβών που είχαν συμβεί πριν να αντιμετωπισθεί ο υδροκέφαλος. Εάν τα συμπτώματα πριν την χειρουργική επέμβαση έχουν μακρά διάρκεια, οι πιθανότητες για σημαντική βελτίωση είναι μικρότερες. Σε γενικές γραμμές, όσο νωρίτερα αντιμετωπίζεται ο υδροκέφαλος, τόσο καλύτερες είναι η προοπτικές για βελτίωση. Δυστυχώς, όμως, δεν υπάρχει τρόπος να προβλέψουμε με ακρίβεια το βαθμό βελτίωσης που θα έχει ο κάθε ασθενής. Πολλοί ασθενείς θα βιώσουν εντυπωσιακή βελτίωση και άλλοι μόνο μικρή ή καθόλου. Αλλοι πάσχοντες μπορεί να επιτύχουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο βελτίωσης για κάποιο χρονικό διάστημα, και μετά να αρχίσουν πάλι να επιδεινωνονται.
Πολλά παιδιά θα βιώσουν μια ζωή με σοβαρά νευρολογικά προβλήματα. Η αντιμετώπιση τους μπορεί να απαιτήσει πρόσθετη θεραπεία με την συμβολή άλλων ειδικών όπως παιδιάτρου, νευρολόγου, ψυχιάτρου, φυσικοθεραπευτή, εργασιοθεραπευτή, δασκάλων ειδικής εκπαίδευσης, αναπτυξιολόγου ή και κοινωνικού λειτουργού. Σε συνεργασία με τους παραπάνω ειδικούς, πολλά παιδιά μπορούν να μάθουν να διαχειρίζονται τα λειτουργικά ελλείμματα τους και να μειώσουν τις επιπτώσεις στην καθημερινότητα τους.
Οι ενήλικες, ιδιαίτερα αυτοί που πάσχουν από παραμελημένο υδροκέφαλο φυσιολογικής πιέσεως ή έχουν αναπτύξει υδροκέφαλο μετά από κρανιοεγκεφαλική κάκωση ή εγκεφαλική αιμορραγία, μπορεί να χρειασθούν για μακρό διάστημα τις υπηρεσίες νευρολόγων, φυσικοθεραπευτών, λογοθεραπευτών, εργασιοθεραπευτών και άλλων ειδικών.
Μια συνολική θεώρηση της θεραπείας δείχνει ότι ο αριθμός πασχόντων που θα χρειασθούν πρόσθετη φροντίδα μετά την τοποθέτηση της βαλβίδος – είναι μικρός. Οι περισσότεροι από τους πάσχοντες, σε μικρό χρονικό διάστημα μετά την τοποθέτηση βαλβίδος, επιστρέφουν στην κανονικότητα και φυσιολογική ζωή χωρίς να χρειάζονται πρόσθετη θεραπευτική βοήθεια.